Ο Πάμπλο Νερούδα μιλά για τη ζωή και το έργο του

                                                                      
                                                                                         Επιμέλεια : Ιωάννα Μπίθα  

                                                                                                 synenteuxis.gr


Τον Ιανουάριο του 1970 ο 66χρονος και βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας Χιλιανός ποιητής Νεφταλί Ρικάρδο Ρέγιες Μπασοάλτο, γνωστός ως Πάμπλο Νερούδα, παραχώρησε μια ιδιαίτερα εκτενή και εφ’όλης της ύλης συνέντευξη στη δημοσιογράφο Rita Guibert για το περιοδικό The Paris Review. Μίλησε για τη ζωή του, την ποίησή του, τους επικριτές του και αποκάλυψε πως ένα έργο του οδήγησε κάποτε στο θάνατο κάποιο νέο άντρα, γεγονός που τον συντάραξε...




Rita Guibert: Πώς αποφασίσατε να αλλάξετε το όνομά σας και γιατί επιλέξατε το όνομα «Πάμπλο Νερούδα» ;

Πάμπλο Νερούδα: Δεν θυμάμαι. Πρέπει να ήμουν δεκατριών ή δεκατεσσάρων ετών. Θυμάμαι πως τον πατέρα μου τον ενοχλούσε πολύ το γεγονός ότι μου άρεσε να γράφω. Αν και είχε τις καλύτερες προθέσεις, θεωρούσε πως το γράψιμό μου θα έφερνε την καταστροφή στην οικογένειά μου και στον εαυτό μου, και κυρίως ότι θα με οδηγούσε σε μια ζωή απόλυτης αχρηστίας. Η αλλαγή του ονόματός μου ήταν ένα από τα πρώτα αμυντικά μέτρα που πήρα.

R.G.: Επιλέξατε το επίθετο «Νερούδα» λόγω του Τσέχου ποιητή Γιαν Νερούντα;
Π.Ν.: Είχα διαβάσει κάποια μικρή του ιστορία, όμως δεν είχα διαβάσει την ποίησή του. Είναι πολύ πιθανό το όνομά μου να το επέλεξα λόγω εκείνου. Όπως είπα όμως, έχει περάσει πολύς καιρός και δεν μπορώ να θυμηθώ.

 (....)

R.G.: Η ποίησή σας είναι στενά συνδεδεμένη με την προσωπική σας ζωή;

Π.Ν.: Nαι, όπως είναι φυσικό. Η ζωή ενός ποιητή πρέπει να αντικατοπτρίζεται στην ποίησή του. Αυτός είναι ο νόμος της τέχνης και ένας νόμος ζωής.



R.G.: Σας έχω δει να γράφετε ακόμα και στο αυτοκίνητο..

Π.Ν.: Γράφω όπου και όποτε μπορώ, γράφω συνέχεια.

R.G.:Tα γραπτά σας είναι όλα χειρόγραφα;
Π.Ν.: Aπό τότε που είχα ένα ατύχημα και έσπασα το δάχτυλό μου και δεν μπορούσα να χρησιμοποιήσω τη γραφομηχανή για μερικούς μήνες, επέστρεψα στη συνήθεια που είχα όταν ήμουν νεότερος, να γράφω στο χέρι. Όταν το δάχτυλό μου ήταν καλύτερα ανακάλυψα πως η ποίησή μου ήταν πιο ευαίσθητη όταν έγραφα στο χέρι. Η γραφομηχανή με απομάκρυνε από τη βαθύτερη οικειότητα που είχα με την ποίηση, όμως το χέρι μου επανέφερε και πάλι αυτή την οικειότητα.

R.G.: Ποιες ώρες δουλεύετε;
Π.Ν.: Δεν έχω κάποιο πρόγραμμα, αλλά προτιμώ να γράφω τα πρωινά. Που σημαίνει πως αν δεν ήσασταν εδώ να σπαταλάτε το χρόνο μου (και τον δικό σας) θα έγραφα. Δεν διαβάζω πολλά πράγματα μέσα στην ημέρα. Προτιμώ να γράφω όλη μέρα, όμως πολλές φορές η πληρότητα μιας σκέψης, μιας έκφρασης, ή οτιδήποτε βγαίνει από εμένα με έναν ταραχώδη τρόπο – ας το ονομάσουμε με έναν απαρχαιωμένο όρο «έμπνευση» -  με αφήνει ικανοποιημένο, εξουθενωμένο, ήρεμο, ή άδειο. Που σημαίνει πως δεν μπορώ να συνεχίσω. Πέρα από αυτό, μου αρέσει πάρα πολύ να κάθομαι σε ένα γραφείο όλη μέρα. Μ’αρέσει να εντάσσομαι στα δρώμενα της ζωής, του σπιτιού μου, της πολιτικής, της φύσης. Πάντα επιστρέφω και πάντα πηγαίνω κάπου. Όμως γράφω έντονα όποτε μπορώ, όπου κι αν βρίσκομαι. Δεν με απασχολεί αν υπάρχουν πολλοί άνθρωποι γύρω μου.

R.G.: Κατορθώνετε να αποκόπτεστε από όσα διαδραματίζονται γύρω σας;
Π.Ν.: Αποκόπτομαι,  κι αν όλα γίνονται ξαφνικά ήσυχα, τότε αυτό είναι ενοχλητικό για εμένα.

R.G.: Αν ξεσπούσε μια φωτιά και έπρεπε να σώσετε τα έργα σας, ποιο θα σώζατε;

Π.Ν.: Μάλλον κανένα. Σε τι θα μου χρησίμευαν; Θα προτιμούσα να σώσω μια κοπέλα...ή μια ωραία συλλογή ιστοριών μυστηρίου...που θα με διασκέδαζαν πολύ περισσότερο απ’ό,τι η δουλειά μου.

R.G.: Ποιος από τους αναλυτές έχει καταλάβει καλύτερα τη δουλειά σας;
Π.Ν.: Ω! Οι αναλυτές ! Οι αναλυτές μου με έχουν σχεδόν διαλύσει, με πολλή αγάπη ή πολύ μίσος ! Στη ζωή, όπως και στην τέχνη, κανείς δεν μπορεί να τους ικανοποιήσει όλους, και αυτό είναι γεγονός. Κάποιος μπορεί να λαμβάνει φιλιά και χαστούκια, χάδια και κλωτσιές , και έτσι είναι η ζωή του ποιητή. Αυτό που με ενοχλεί είναι η στρέβλωση κατά την ποιητική ερμηνεία ή των γεγονότων της ζωής ενός ατόμου.

(...)

R.G.: Έχετε επικριθεί για τον τρόπο που ζείτε και για την οικονομική σας κατάσταση.

Π.Ν.: Σε γενικές γραμμές , όλο αυτό είναι ένας μύθος. Κατά μια έννοια έχουμε κληρονομήσει μια αρκετά κακή συνήθεια από την Ισπανία, η οποία δεν αφήνει ποτέ άτομα να ξεχωρίσουν ή να διακριθούν σε κάτι. Ο Χριστόφορος Κολόμβος αλυσοδέθηκε όταν επέστρεψε στην Ισπανία. Αυτό συμβαίνει λόγω των ζηλόφθονων μικροαστών οι οποίοι ασχολούνται μονίμως με το τι έχει ο άλλος και δεν έχουν οι ίδιοι. Στη δική μου περίπτωση, έχω αφιερώσει τη ζωή μου στο να ικανοποιώ τους ανθρώπους και όσα έχω σπίτι μου – τα βιβλία μου – είναι τα προϊόντα της δουλειάς μου. Ποτέ δεν εκμεταλλεύτηκα κανέναν. Είναι πολύ περίεργο. Η ποσότητα της μομφής που λαμβάνω δεν έχει στοχεύσει ποτέ τους συγγραφείς που έχουν γεννηθεί πλούσιοι. Αντίθετα, έχει στοχεύσει εμένα - έναν ποιητή με 50 χρόνια εμπειρία πάνω μου. Πάντα λένε: «Κοίτα! Κοίτα πώς ζει ! Έχει ένα σπίτι μπροστά στη θάλασσα. Πίνει το καλύτερο κρασί!». Τι ανοησία. Καταρχήν, είναι πολύ δύσκολο να πίνεις κακό κρασί στην Χιλή, καθώς σχεδόν όλα τα κρασιά στη Χιλή είναι καλά. Είναι ένα πρόβλημα που σαφέστατα αντανακλά την υπανάπτυξη της χώρας μας στο σύνολό της, τη μετριότητα των τρόπων μας. 


(...)

R.G.: Οι μομφές είναι πιο έντονες επειδή ανήκετε στο Κομμουνιστικό Κόμμα; 

Π.Ν.: Ακριβώς. Αυτός που δεν έχει τίποτα – και αυτό έχει ειπωθεί πολλές φορές – δεν έχει τίποτα να χάσει εκτός από τις αλυσίδες του. Ρισκάρω, κάθε στιγμή, τη ζωή μου, το άτομό μου, όλα όσα έχω· τα βιβλία μου, το σπίτι μου. Μου έχουν κάψει το σπίτι. Με έχουν καταδιώξει. Με έχουν συλλάβει πολλές φορές. Με έχουν εξορίσει. Με έχουν θέσει σε απομόνωση. Πολύ καλά λοιπόν. Δεν νιώθω άνετα με αυτά που έχω. Γι’αυτό, τα έχω διαθέσει στον αγώνα του λαού, και το συγκεκριμένο σπίτι στο οποίο βρίσκεστε τώρα ανήκει εδώ και 20 χρόνια στο Κομμουνιστικό Κόμμα, στο οποίο το έχω μεταβιβάσει. 


(...)

R.G: Είστε ένας από τους πιο ευρέως μεταφρασμένους ποιητές – σε περίπου τριάντα γλώσσες. Σε ποια γλώσσα έχετε μεταφραστεί καλύτερα;

Π.Ν.: Θα έλεγα στα Ιταλικά λόγω της ομοιότητας ανάμεσα στις δυο γλώσσες. Τα Γαλλικά και τα Αγγλικά, που είναι δυο ξένες γλώσσες που γνωρίζω εκτός από τα Ιταλικά, δεν ανταποκρίνονται στην ισπανική γλώσσα – ως προς το άκουσμα, την τοποθέτηση, το χρώμα και το βάρος των λέξεων. Δεν πρόκειται για θέμα ερμηνευτικής ισοδυναμίας, όχι, το νόημα μπορεί να είναι σωστό, όμως η ορθότητα της μετάφρασης, της σημασίας, μπορεί να καταστρέψει το ποίημα. Σε αρκετές γαλλικές μεταφράσεις – όχι σε όλες – η ποίησή μου ξεφεύγει, δεν απομένει τίποτα. Είναι φανερό πως αν ήμουν Γάλλος ποιητής , δεν θα έλεγα αυτά που λέει το ποίημα, γιατί η βαρύτητα των λέξεων είναι πολύ διαφορετική. Θα έγραφα κάτι άλλο.

R.G.: Και όσον αφορά τα Αγγλικά;
Π.Ν.: Η Αγγλική γλώσσα είναι πολύ διαφορετική από την Ισπανική – πολύ πιο ευθύς – ώστε πολλές φορές ενώ εκφράζει τα νοήματα της ποίησής μου, δεν μεταφέρει την ατμόσφαιρα της ποίησής μου. Είναι πολύ πιθανό να συμβαίνει το ίδιο όταν ένας Άγγλος ποιητής μεταφράζεται στα Ισπανικά.



R.G.: Ποια συμβουλή θα δίνατε στους νέους ποιητές;

Π.Ν.: Δεν υπάρχει καμία συμβουλή για να δώσω στους νέους ποιητές! Πρέπει να βρουν το δρόμο τους, να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες στην έκφρασή τους και τα τις ξεπεράσουν. Αυτό που δεν θα τους συνιστούσα θα ήταν το να ξεκινήσουν με πολιτική ποίηση. Η πολιτική ποίηση είναι περισσότερο συναισθηματική από τις άλλες – σχεδόν όσο είναι η ερωτική ποίηση- και δεν πρέπει να είναι βεβιασμένη γιατί καταλήγει χυδαία και μη αποδεκτή. Είναι απαραίτητο να περάσει πρώτα από τα άλλα είδη ποίησης κάποιος έτσι ώστε να γίνει πολιτικός ποιητής. Ο πολιτικός ποιητής πρέπει επίσης να είναι σε θέση να δεχτεί τις μομφές εναντίον του – όπως το ότι προδίδει την ποίηση ή τη λογοτεχνία.

(...)


R.G.: Έχετε πει για τα ποιήματά σας στη συλλογή «Κατοικία στη Γη» (Residence on Earth) , ότι «Δεν βοηθούν κάποιον να ζήσει. Τον βοηθούν να πεθάνει».
Π.Ν.: Το βιβλίο μου «Κατοικία στη γη» αντιπροσωπεύει μια σκοτεινή και επικίνδυνη στιγμή της ζωής μου. Είναι ποίηση χωρίς κάποια έξοδο. Σχεδόν έπρεπε να ξαναγεννηθώ για να καταφέρω να βγω από αυτή. Σώθηκα από αυτή την απελπισία, της οποίας το βάθος ακόμα δεν είμαι σε θέση να συνειδητοποιήσω, από τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο και λόγω κάποιων σοβαρών γεγονότων που με έκαναν να σκεφτώ. Κάποτε είχα πει πως αν είχα τη δύναμη θα απαγόρευα την ανάγνωση αυτού του βιβλίου και την ανατύπωσή του. Περιέχει σε υπερβολικό βαθμό το αίσθημα της ζωής ως μια οδυνηρή επιβάρυνση, ως θανάσιμη καταπίεση. Ξέρω βέβαια πως είναι ένα από τα καλύτερά μου βιβλία καθώς αντανακλά την κατάσταση του μυαλού μου. Παρ’όλα αυτά, όταν κάποιος γράφει – και δεν ξέρω αν αυτό ισχύει για άλλους συγγραφείς- πρέπει να αναλογίζεται ποιοι θα διαβάσουν αυτά που γράφει. Ο Ρόμπερτ Φροστ λέει σε ένα από τα δοκίμιά του ότι η ποίηση πρέπει να έχει τη θλίψη ως μοναδικό προσανατολισμό της: «Αφήστε τη θλίψη στην ποίηση». Αλλά δεν ξέρω τι θα σκεφτόταν αν ένας νέος άντρας αυτοκτονούσε και άφηνε πίσω ένα από τα βιβλία του λεκιασμένο με αίμα. Αυτό μου συνέβη – εδώ, σε αυτή τη χώρα. Ένα αγόρι, όλο ζωή, αυτοκτόνησε πάνω από το βιβλίο μου. Δεν νιώθω αληθινά υπεύθυνος για τον θάνατό του. Αλλά εκείνη η λεκιασμένη με αίμα σελίδα είναι αρκετή για να κάνει να σκεφτούν, όχι μόνο ένας ποιητής, αλλά όλοι οι ποιητές. Φυσικά, οι αντίπαλοί μου εκμεταλλεύτηκαν πολιτικά – όπως κάνουν σχεδόν με ό,τι λέω- τη μομφή που έκανα για το βιβλίο μου. Μου απέδωσαν την επιθυμία να γράφω αποκλειστικά χαρούμενη και αισιόδοξη ποίηση. Δεν γνώριζαν γι’αυτό το γεγονός. Ποτέ δεν παραιτήθηκα από την έκφραση της μοναξιάς, της αγωνίας, της μελαγχολίας. Αλλά μου αρέσει να αλλάζω τους τόνους, να βρίσκω όλους τους ήχους, να επιδιώκω την απόδοση όλων των χρωμάτων , να ψάχνω τις δυνάμεις της ζωής, όπου κι αν βρίσκονται – στη δημιουργία ή στην καταστροφή.  

    Η ποίησή μου έχει περάσει από τα ίδια στάδια που έχει περάσει και η ζωή μου· από μια μοναχική παιδική ηλικία, και μια εφηβεία εγκλωβισμένη σε απομακρισμένες, απομονωμένες χώρες, όπου ξεκίνησα να κάνω τον εαυτό μου μέλος του μεγάλου ανθρώπινου συνόλου. Η ζωή μου ωρίμασε, κι αυτό είναι όλο.  Ήταν στο ύφος του αιώνα για τους ποιητές να είναι βασανισμένοι και μελαγχολικοί. Αλλά μπορούν να υπάρξουν και ποιητές οι οποίοι γνωρίζουν τη ζωή, ξέρουν τα προβλήματά της αλλά επιβιώνουν ξεπερνώντας τα εμπόδια. Και οι οποίοι περνούν από τη θλίψη στην πληρότητα.





Πηγή : The Paris Review 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου