Federico Fellini

Επιμέλεια: Σύλβια Μπενάκη

Ένας Ιταλός, σκηνοθέτης, σεναριογράφος και ηθοποιός σε δύο ταινίες, γεννημένος το 1920 στο Ρίμινι, που τόσο μέχρι σήμερα τον τιμά και καμαρώνει, απολύτως δικαιολογημένα. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς ταινιών του 20ου αιώνα και μια σπουδαία πηγή έμπνευσης. 
Το όνομά του συνδέθηκε με ανθρώπους που άφησαν το δικό τους στίγμα στον χώρο του σινεμά, όπως ο Roberto Rossellini, ο   Marcello Mastroianni, ο  Nino Rota και φυσικά η Sophia Loren μεταξύ πολλών άλλων. Τιμήθηκε με σπουδαία βραβεία, ενώ τέσσερις ταινίες του κέρδισαν το Όσκαρ στην κατηγορία ¨καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας¨. Στον ίδιο απονεμήθηκε για τη συνολική προσφορά του έργου του το 1993, τη χρονιά που εγκατέλειψε κινηματογράφο και ζωή. Αλλά ό,τι κι αν πει κανείς για τον βίο και τις ταινίες του είναι φυσικά πενιχρό.Έτσι φαίνεται καλύτερο να μιλήσει ο ίδιος, που φέρει τη γνώση και το χάρισμα.
Δε θα μπορούσαμε να αρχίσουμε από άλλου, παρά από τη μεγάλη του αγάπη. «Το να κάνω ταινίες για μένα δεν είναι απλώς μία δημιουργική διέξοδος, αλλά μια υπαρξιακή έκφραση. Επιπλέον, γράφω και ζωγραφίζω στην απομόνωση, με έναν ασκητικό τρόπο. Ίσως ο χαρακτήρας μου είναι πολύ σκληρός, υπερβολικά σοβαρός. Όμως, το σινεμά από μόνο του είναι ένα θαύμα, επειδή μπορείς να ζεις τη ζωή. Είναι πολύ αναζωογονητικό. Για την ιδιοσυγκρασία και την ευαισθησία μου, αυτή η συσχέτιση ανάμεσα στην καθημερινή ζωή  και σε εκείνη που δημιουργώ στην οθόνη είναι φανταστική. Οι δημιουργικοί άνθρωποι ζουν σε ένα θολό τοπίο, όπου ό,τι αποκαλούμε ¨πραγματικότητα¨ και ¨φαντασία¨ εξαρθρώνεται, εκεί όπου το ένα αναμειγνύεται με το άλλο. Και τα δύο γίνονται ένα, το ίδιο πράγμα.  Συνοψίζοντας, μ’ αρέσει να λέω ιστορίες  με μια αξεδιάλυτη μείξη ειλικρίνειας και επινόησης, ενώ παράλληλα ποθώ την έκπληξη, την αναίσχυντη ομολογία και την αθώωση του εαυτού μου, το να αρέσω, να ενδιαφέρω, να ηθικολογώ, να γίνομαι προφήτης, μάρτυρας και κλόουν... Να κάνω τους ανθρώπους να γελούν και να τους συγκινώ. Χρειάζονται άλλα κίνητρα;»
Η φαντασία ήταν το στοιχείο που προκάλεσε πολλούς, που δημιούργησε διχογνωμίες και ταμπέλες. Αλλά για εκείνον ήταν απλά η αλήθεια. «Μπορείς να ονομάσεις την ψευδαίσθηση μία ¨βαθύτερη πραγματικότητα¨. Οι κριτικοί χρειάζεται να κατηγοριοποιούν και να ταξινομούν. Εγώ δεν το βλέπω έτσι. Απεχθάνομαι τον κόσμο της ταμπέλας, εκείνον που συγχέει τις ταμπέλες με τα αντικείμενα που τις φορούν. Απλά κάνω ό,τι πρέπει να κάνω. Ο ρεαλισμός είναι μία αρνητική λέξη, σε κάθε περίπτωση. Κατά μία έννοια όλα είναι ρεαλιστικά. Δε βλέπω καμία διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό. Βλέπω μόνο μεγάλη ποσότητα πραγματικότητας στο φανταστικό.»
Στα δώδεκά του χρόνια εγκατέλειψε το σπίτι του και ακολούθησε ένα τσίρκο. Ίσως αυτό να τον έκανε να βλέπει τον κόσμο διαφορετικά... «Οι άνθρωποι λένε πως υπερβάλλω. Ίσως να έχουν δίκιο. Αλλά ακόμη κι αν αυτό ισχύει, δε γίνεται σκόπιμα από την πλευρά μου. Χαίρομαι όταν συναντώ ένα εκφραστικό πρόσωπο, όσο περίεργο κι αν είναι. Στο κάτω κάτω είμαι ένας γελοιογράφος και χρειάζεται να δεχθώ τους περιορισμούς που αυτό μου επιβάλει. Ένας δημιουργικός άνθρωπος έχει κάτι παιδικό πάνω του: αγαπά να εκπλήσσεται και να εκπλήσσει. Οπότε, επιλέγω να δείξω ό,τι είναι πολύ μικρό ή μεγάλο ή απλά ασυνήθιστο. Προσπαθώ να εκφράζω το αίσθημα της έκπληξης με τον τρόπο που το βίωσα εγώ ο ίδιος. Ο κόσμος του Πικάσο, για παράδειγμα, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί περίεργος και τερατώδης, αλλά όχι για τον ίδιο. Έτσι κι εγώ δε βλέπω περίεργους τους χαρακτήρες μου.  Απλά προσπαθώ να πηγαίνω πέρα από την εμφάνιση, να φανερώσω αυτό που κρύβεται πίσω από αυτό που ονομάζουμε ¨κανονικότητα¨. Ίσως το παρακάνω. Πολλοί με ρωτούν, ¨Signor Fellini, πού βρίσκετε τόσο περίεργους χαρακτήρες;¨ Οπότε απαντώ: ¨Αυτό είναι που βλέπω κάθε μέρα στον καθρέφτη... Πράγματι, ένα τερατώδες πρόσωπο!¨ Κοιτάξτε, δεν είμαι σκληρός. Δεν αληθεύει αυτό που λένε οι κριτικοί, ότι μισώ την ανθρωπότητα. Για μένα, η περιέργεια και η διασκέδαση είναι απόδειξη της αγάπης μου για ό,τι απεικονίζω. Όταν επιλέγω ένα συγκεκριμένο πρόσωπο και το πλάθω με ένα συγκεκριμένο τρόπο δεν το κάνω με σκοπό να το γελοιοποιήσω, αλλά επειδή θέλω να μεταφέρω κάτι, που δεν είναι ψυχολογικό,  άμεσα. Οι χαρακτήρες μου ποτέ δεν προχωρούν σε ψυχολογική εξέλιξη. Οι ταινίες μου είναι λίγο πιο αθώες από αυτό και οι χαρακτήρες πρέπει να είναι οι εαυτοί τους από τη στιγμή που θα εμφανιστούν. Οπότε οι ανάγκη να είναι εκφραστικοί είναι άμεση.»
Οι ιδιαίτεροι αυτοί ήρωες του απέδωσαν και τον όρο του ¨γκροτέσκο¨. «Η ομορφιά δεν περιορίζεται στην ομορφιά με την κλασική έννοια. Μπορεί να υπάρχει παντού. Πρέπει να παραδεχτώ πως δεν αναγνωρίζω την κατηγορία του ¨γκροτέσκο¨.  Για μένα ακόμη κι εκεί μπορεί να υπάρχει ομορφιά. Στο Ρίμινι, κοντά σε ένα σεμινάριο για παπάδες υπήρχε μια μεγάλη ιερόδουλη, σαν αυτές που συνηθίζουν να εκθέτουν τον εαυτό τους.  Όταν δείχνω κάτι σαν κι αυτό, συνήθως το κάνω μέσα από τα μάτια ενός αγοριού και κάποιες φορές υπερβάλλω για να δείξω τον εντυπωσιασμό ή τον φόβο ή την έκσταση του αγοριού.  Επίσης, αν χρησιμοποιήσω μια μεγάλη ή παχιά γυναίκα, είναι επειδή λέω μια ιστορία για έναν μικρό Ιταλό που διψά για γυναίκες, για να το πούμε έτσι.  Απλά επειδή η Καθολική Εκκλησία έχει περιγράψει τις γυναίκες σαν κάτι που θα πρέπει να βγάλεις από το μυαλό σου,  τα αρσενικά μιας συγκεκριμένης γενιάς στην Ιταλία ανέπτυξαν μια όρεξη για αυτές κι όχι μόνο για το φαγητό. Οπότε οι μεγάλες γυναίκες δείχνουν τη μεγάλη όρεξη αυτών των αντρών και των αγοριών.»
Το χαρακτηριστικό των έργων του από τη δική του πλευρά κι όχι των κριτικών; «Δε νομίζω πως έχω μια ρομαντική αντίληψη για τον κόσμο, γιατί δεν αναγνωρίζω μία συγκεκριμένη άποψη γι’ αυτόν. Ίσως να έχω μια ρομαντική αντίληψη για τους καλλιτέχνες και την τέχνη, αλλά όχι για τη ζωή. Μ’ αρέσει να διερευνώ πίσω από τα φαινόμενα και να ανακαλύπτω τι πραγματικά υπάρχει εκεί, σαν ένα άτακτο αγόρι. Σε αυτό αναγνωρίζω τον σκεπτικιστή που προσπαθεί να μη πιστεύει πολύ στα προσωπεία και να ξεσκεπάσει το ψεύδος. Νομίζω πως αυτό είναι το πιο σημαντικό: δεν έχω ιδεολογία, αλλά αν χρειαζόταν να ταυτίσω τον εαυτό μου με μία, θα ήταν πως η ομορφιά της τέχνης είναι να ξεσκεπάζει το ψεύδος. Στην εκπαίδευση. Στο να φυτεύεις στο μυαλό των ανθρώπων την υποψία πως η πραγματικότητα είναι κάτι πιο πολύπλοκο απ’ αυτό που φαίνεται. Στο να τους δίνεις την απόλαυση της καχυποψίας, όχι απλώς το βάρος της αμφιβολίας. Στο να τους κρατάς μακριά από την αίσθηση της υπερπροστατευτικότητας από ταμπού, αντιλήψεις και ιδεολογίες. Η ζωή είναι πιο περίπλοκη από όλα αυτά. Αν μου ζητούσαν να αναγνωρίσω στις ταινίες μου ένα μοτίβο, ένα νήμα που τις διατρέχει,  θα έλεγα πως αυτό είναι το μοναδικό. Μία απόπειρα να δημιουργήσω την χειραφέτηση από συμβατικά σχήματα, την απελευθέρωση από ηθικούς κανόνες. Μία προσπάθεια να επαναφέρω τον αυθεντικό ρυθμό ή στυλ της ζωής, τον ζωτικής σημασίας ρυθμό της, ενάντια σε όλες τις κάλπικες μορφές που αναγκάζεται να παίρνει η ζωή.»
 Τελικά, μέσα σε όλες τις διαφορετικές φιγούρες, τον κόσμο εκείνο τον μυστηριακό, τα πέπλα και τις μάσκες, ο ίδιος τι φοβόταν; «Φοβάμαι τη μοναξιά. Το κενό ανάμεσα στη δράση και την παρατήρηση, στο οποίο κατοικεί η μοναξιά. Αυτό είναι μια αντανάκλαση στην ύπαρξή μου, στην οποία προσπαθώ να ενεργώ χωρίς να παρασύρομαι από τη δράση, έτσι ώστε να μπορώ να είμαι και μάρτυρας ταυτόχρονα. Φοβάμαι μη χάσω τον αυθορμητισμό μου ακριβώς εξαιτίας μιας τέτοιας μαρτυρίας, εξαιτίας της συνήθειάς μου να αναλύω και να σχολιάζω διαρκώς τα πάντα. Ακόμη φοβάμαι τα γηρατειά, την τρέλα και την παρακμή. Το να μη μπορώ να κάνω έρωτα δέκα φορές την ημέρα...»
Αν και είχε κάνει τρία διαφημιστικά για την τηλεόραση φαίνεται πως μάλλον δεν ήταν οπαδός της. «Δε συνηθίζουμε πια να σαγηνευόμαστε από την αγνή εικόνα. Δεν ενδιαφερόμαστε να ακολουθήσουμε την ιστορία μέσα από τα μάτια του συγγραφέα. Και αφού το να λέω ιστορίες είναι αυτό που κάνω, πρέπει να παραδεχτώ πως νιώθω συντετριμμένος. Ο άνθρωπος με το τηλεκοντρόλ γίνεται ο σκηνοθέτης και ο έκθετης. Το κοινό έχει αποκτήσει εξουσία στο κόστος των ταινιών, τέτοια που το σινεμά έχει γίνει μια στιγματισμένη ηλικιωμένη κυρία που παραπαίει στα όρια της εξαφάνισης. Θα ήθελα πολύ να ικανοποιήσω το κοινό, αλλά στο τέλος, θεωρώ πως πρέπει να μείνω πιστός στην εικόνα.»
Αν και λέγεται πως οι εποχές αλλάζουν, μάλλον κάποια στοιχεία μένουν ίδια, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Ο ίδιος το γνώριζε καλά και τα λόγια του ηχούν σύγχρονα και οικεία.«Οι άνθρωποι λένε πως είναι μια μεταβατική περίοδος, μα αυτό είναι αλήθεια για κάθε περίοδο. Σίγουρα δεν έχουν απομείνει πια μύθοι. Ο χριστιανικός μύθος δε φαίνεται να είναι ικανός να βοηθήσει πλέον την ανθρωπότητα. Άρα, περιμένουμε έναν καινούριο μύθο να μας παρηγορήσει. Αλλά ποιον; Ωστόσο, έχει ενδιαφέρον να ζεις σε μια τέτοια εποχή. Χρειάζεται να αποδεχτούμε την εποχή που ζούμε. Δεν έχουμε επιλογή. Λέγοντας αυτό, αισθάνομαι ότι η αποστολή μου στη ζωή είναι να είμαι μάρτυρας. Και αν η ζωή σου βασίζεται σε μια τέτοια μαρτυρία, χρειάζεται να δέχεσαι αυτό που βλέπεις. Σίγουρα, μπορεί να νοσταλγείς το παρελθόν, το πόσο σπουδαίο υπήρξε. Και μπορείς να θρηνείς για την πτώση των αξιών, αλλά δεν έχει νόημα. Από την οπτική γωνία των γενεών, γνωρίζω πως υπάρχει μία συγκεκριμένη μετάνοια για τα πράγματα του παρελθόντος, αλλά προσωπικά προσπαθώ να ζήσω με την πεποίθηση ότι το μέλλον θα αφομοιώσει το παρελθόν. Το παρελθόν μεταμορφώνεται στο μέλλον, οπότε κατά μία έννοια θα απελευθερωθεί- όχι από τύψεις, αλλά σαν κομμάτι και μέρος του κόσμου που έρχεται.» 
Θα είναι άραγε νέος ο κόσμος αυτός ή μια ακόμη επανάληψη του παλιού, χιλιοειπωμένου; Θα γεννηθούν νέες αξίες, αφού οι άλλες πλέον ξεψύχησαν; Μήπως ήρθε η ώρα να πλάσουμε καινούριους, φρέσκους μύθους; Να πούμε και να δούμε την αλήθεια; Να αναζητήσουμε τους ήρωες γύρω μας και μέσα μας; Η δική σου αποστολή και θέση στον κόσμο που ανατέλλει, αποφάσισες  ποια είναι;



0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου