Ο Κόφι Αννάν μιλά για διάφορα θέματα διπλωματίας (απόσπασμα)

(Επιμέλεια: Χαράλαμπος Παναγιωτόπουλος)

[Σχόλιο μεταφραστή: ο Κόφι Αννάν διετέλεσε Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών από το 1997 έως το 2006.  Μαζί με τον Ο.Η.Ε., τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης το 2001 "για το έργο τους για έναν καλύτερα οργανωμένο και πιο ειρηνικό κόσμο".  Στην Ελλάδα, είναι γνωστός κυρίως για τη διαμόρφωση του "Σχεδίου Αννάν" για την επίλυση του Κυπριακού προβήματος.  Στην ακόλουθη συνέντευξη, την οποία έδωσε στο Γουίλλιαμ Σώκρος από το Σπέκτατορ Μπλογκς [αγγλ.: Spectator Blogs], μας μιλά για τη διπλωματία, τη διαχείριση κρίσεων, τον Ο.Η.Ε., την τρομοκρατία και τα ολοκληρωτικά καθεστώτα.]

(…)

Γουίλλιαμ Σώκρος: Ποια λάθη έκανε ο Ο.Η.Ε στις ειρηνευτικές αποστολές του στη Σομαλία, τη Ρουάντα και τη Βοσνία τη δεκαετία του 1990;


Κόφι Αννάν: Μέχρι το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, το Συμβούλιο Ασφαλείας ήταν κατά κάποιο τρόπο διαιρεμένο. Δεν ήταν εύκολο να καταλήξει σε συμφωνίες σε συρράξεις στις οποίες το Συμβούλιο Ασφαλείας έπρεπε να επέμβει. Στις περισσότερες περιπτώσεις, είχαν επέμβει σε διακρατικές συρράξεις, όπου τα μέρη κατέληξαν σε συμφωνίες, και προσκάλεσαν τον Ο.Η.Ε. να έρθει και να εποπτεύσει. Επομένως ήταν αρκετά σταθερά περιβάλλοντα.

Μετά τις αρχές της δεκαετίας του 1990, αναμιχθήκαμε σε εσωτερικές κρίσεις: στη Σομαλία ήταν εσωτερική, το ίδιο στη Ρουάντα, όπως και στη Γιουγκοσλαβία, που οδήγησε στη [σφαγή της] Σρεμπρένιτσα.

Αυτό απαιτούσε ένα διαφορετικό είδος ικανότητας: να υπερασπιστούμε κάποιους από τους άμαχους πληθυσμούς στη γύρω περιοχή. Αυτή ήταν πραγματικά μια ποιοτική και δραματική αλλαγή στις επιχειρήσεις του Ο.Η.Ε..

Γ.Σ.: Πώς νιώσατε το 1994 όταν ζητούσατε διάφορες κυβερνήσεις ανά τον κόσμο να επέμβουν στη γενοκτονία στη Ρουάντα αλλά δεν το έκαναν;

Κ.Α.: Ήταν μια πολύ επώδυνη εμπειρία για εμένα, αλλά πρέπει να καταλάβουμε το γενικό πλαίσιο: προσπαθούσαμε να αντεπεξέλθουμε με τη Ρουάντα λίγο μετά την κατάρρευση των επιχειρήσεων του ΟΗΕ στη Σομαλία, όπου τα στρατεύματα των Η.Π.Α. είχαν σκοτωθεί, και συρθεί μέσα στους δρόμους. Οι χώρες ήταν τόσο απρόθυμες να αναλάβουν ρίσκο, που δεν επρόκειτο να εμπλακούν σε άλλη μια κρίση η οποία τους θύμιζε τη Σομαλία. Αντί να αυξήσουμε τους αριθμούς, κάναμε περικοπές.

Σε εκείνες τις κρίσεις, οι κυβερνήσεις φροντίζουν τους δικούς τους. Έτσι το ζήτημα της φροντίδας των Ρουαντέζων ήταν δευτερεύον.

Γ.Σ.: Επομένως είναι το εθνικό συμφέρον ο μόνος λόγος για τον οποίο οι χώρες πηγαίνουν σε πόλεμο ή υπάρχει κι ηθική δικαιολόγηση;

Κ.Α.: Υπάρχει πολλή πίεση πάνω στους πολιτικούς ηγέτες που πρέπει να πάρουν αυτές τις αποφάσεις όταν τίθεται ζήτημα ηθικής επέμβασης σε συρράξεις. Υπάρχει επίσης ναι, η υπ’ αριθμόν ένα ερώτηση που ρωτούν πάντα οι χώρες: ποιο είναι το εθνικό μας συμφέρον; Ή όπως θα έλεγαν πιο ωμά οι Αμερικανοί: «do we have a dog in this fight» [ελλ.: «έχουμε σκύλο σε αυτόν τον καυγά;»]; Κι έτσι δεν μπορείς να ξεφύγεις από το εθνικό συμφέρον, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι επειδή δεν μπορούμε να επέμβουμε σε κάθε κρίση, δεν πρέπει να επέμβουμε όπου μπορούμε.

Γ.Σ.: Γιατί υποστηρίζετε πως η σύρραξη στην περιοχή του Νταρφούρ δεν ήταν γενοκτονία;

Κ.Α.: Ο Ο.Η.Ε. έστειλε μια επιτροπή στο Νταρφούρ, με επικεφαλής τον Αντόνιο Κασσέζε, ο οποίος ήταν ένας επιφανής Ιταλός δικαστής. Κατέληξαν σε μια έκθεση, που επιβεβαίωνε ότι υπήρχε συστηματική παραβίαση ανθρώπινων δικαιωμάτων, και σε κάποιο βαθμό, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Ωστόσο, δεν μπορούσαν να κρίση, μετά τη μελέτη τους, ότι ήταν γενοκτονία. Αυτό θα απαιτούσε δικαστική κρίση, κι ανάλυση, οπότε η επιτροπή δεν έφτασε μέχρι το σημείο να την αποκαλέσει γενοκτονία.

Αυτή ήταν μια έκθεση που πήγε στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Επί τη βάσει αυτής της έκθεσης ήταν που το Συμβούλιο Ασφαλείας παρέπεμψε την υπόθεση του Μπεσίρ στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Έχοντας αποδεχθεί την έκθεσή τους, δεν μπορούσα να πω ότι ήταν γενοκτονία. Έπρεπε να αποδεχτώ την απόφαση της οποίας ήταν επικεφαλής ο Κασσέζε.

Αν κι οι Αμερικανοί τότε αποκάλεσαν την κρίση τα γεγονότα στο Νταρφούρ γενοκτονία, δεν άλλαξαν την πολιτική τους. Την κήρυξαν ως γενοκτονία και δεν έκαναν τίποτα.

Γ.Σ.: Πότε πιστεύετε πως θα αλλάξει το παρωχημένο μοντέλο των πέντε μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του Ο.Η.Ε.;

Κ.Α.: Η αλλαγή πρέπει να έρθει, δεν μπορώ να ξέρω πότε.

Προσπάθησα πολύ σκληρά να επιφέρω αλλαγή, να δω αν μπορούσαμε να δημιουργήσουμε μόνιμες θέσεις για τη Λατινική Αμερική, την Αφρική, την Ινδία, και την Ιαπωνία, αλλά δεν τα καταφέραμε. Αυτό θα έκανε το Συμβούλιο λίγο πιο δημοκρατικό.

Η πίεση γίνεται ακόμα εντονότερη με την εμφάνιση των νέων δυνάμεων, όπως της Ινδίας, της Βραζιλίας, της Ινδονησίας κι άλλων χωρών. Εύλογα περιμένουν να έχουν λόγο και θέση στο τραπέζι. Θα είναι προς το συμφέρον του οργανισμού να τους έχει εκεί. Επομένως αυτές οι μεταρρυθμίσεις δεν μπορούν να βρίσκουν αντίσταση για πάντα.

Γ.Σ.: Γιατί πιστεύετε πως οι κυβερνήσεις στη Δύση δεν μπαίνουν εξαρχής σε συζητήσεις με τρομοκρατικές οργανώσεις όπως η Αλ-Κάιντα, ο Ι.Δ.Σ., ή τη Χαμάς, και μετά το κάνουν στο τέλος;

Κ.Α.: Υπάρχουν δύο λόγοι. Πρώτον, πρέπει να αποθαρρύνεις τους ανθρώπους από το να γίνουν τρομοκράτες, και δεύτερον, δεν είναι σκόπιμο να τους δώσεις αναγνώριση, ή σεβασμό σε μια πολιτισμένη και σταθερή κοινωνία. Αλλά τελικά συνειδητοποιείς ότι είναι μια πραγματικότητα. Πρέπει να τους αντιμετωπίσεις για να φέρεις την ειρήνη. Αυτό το έχουμε δει στη Βόρεια Ιρλανδία, και σε άλλες περιοχές. Στο τέλος, πρέπει να μιλήσεις. Το ίδιο πράγμα θα πρέπει να συμβεί στη Συρία.

Γ.Σ.: Πιστεύετε πως η λέξη «τρομοκράτης» έχει απλουστευτική χροιά;

Κ.Α.: Είναι μια λέξει που έχει σημασία, αλλά έχει και πολιτική χροιά. Αυτός που για τον έναν είναι τρομοκράτης είναι για τον άλλο μαχητής υπέρ της ελευθερίας. Αλλά η τρομοκρατία έχει πραγματική σημασία. Η χρήση βίας δεν είναι κάτι το οποίο κάποιος πρέπει να ενθαρρύνει ή να υποστηρίζει. Άσχετα με το σκοπό μας, πρέπει να προσέξουμε να μην καταφύγουμε σε βίαιη δράση. Πρέπει να προσπαθήσουμε να τους πείσουμε να χρησιμοποιήσουν άλλα μέσα επίλυσης των προβλημάτων τους. Ο τρόμος που προκαλεί φόβο στο πληθυσμό, ως μέσο για την επίτευξη των σκοπών κάποιου δεν είναι κάτι που πρέπει να υποστηρίζει και να ενθαρρύνει κάποιος σε μια πολιτισμένη κοινωνία.

(…)

Γ.Σ.: Στο παρελθόν έχετε κάνει διαπραγματεύσεις με το Σαντάμ Χουσσεΐν, τον Ομάρ ελ-Μπεσίρ, και το Μουαμμάρ Καντάφφι. Πιστεύετε πως αξίζει να υιοθετήσουμε την πραγματιστική προσέγγιση με τυράννους για να επιτύχουμε ειρήνη;

Κ.Α.: Είτε μας αρέσει είτε όχι υπάρχουν, έχουν δύναμη κι επιρροή πάνω στο λαό τους, και είναι αυτοί τους οποίους πρέπει να αντιμετωπίσουμε στις κρίσεις που προσπαθούμε να διορθώσουμε. Πώς τους κάνεις να αλλάξουν αν δεν εμπλακείς μαζί τους; Κάποιες φορές πρέπει να εμπλακείς με αυτούς τους ανθρώπους για να σώσεις ζωές, και να σταματήσεις τη μεγάλη παραβίαση ανθρώπινων δικαιωμάτων. Πρέπει να προσπαθήσεις να βρεις ένα τρόπο να τους κάνεις να καταλάβουν, επειδή δεν μπορείς να πας να πάρεις τα άρματα εναντίον τους. Είμαι διπλωμάτης, όχι στρατηγός με μια ολόκληρη ταξιαρχία πίσω μου.

Πηγή: Spectator Blogs

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου